You will be redirected to the new page in

seconds

NBA – λάικα





Οι κέλτες επέστρεψαν
(ίσως στο δρόμο που χάραξε ο Δαρβίνος).

Φαινομενικά, η δυναμική των αντίθετων πόλων, της δυσδιάστατης διαμάχης σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνίας αλλά και στον αθλητισμό μοιάζει να είναι αυτό που ελκύει περισσότερο από κάθε τι άλλο. Η συνειδητοποίηση του εγώ μέσα από την συνειδητοποίηση του άλλου. Του αντιπάλου που αναδύεται εν τι γενέσει του δικού μας αυτοκαθορισμού. Αυτές οι γινγκ και γιανγκ μορφής αντιθέσεις οριοθετούν πάραυτα την κοινωνική πραγματικότητα. Άλλες φορές δημιουργούνται από τις αντικειμενικές κοινωνικές συνθήκες (ταξικές αντιθέσεις), κάτι που σημαίνει ότι έχουν έναν απολύτως λογικό λόγο ύπαρξης και άλλες φορές είναι ένα ιδεαλιστικό δημιούργημα που καλύπτει ανάγκες, αποπροσανατολίζει, και μεταφέρει εν γένει το άτομο στην δίνη μιας αντιπαράθεσης στο απόλυτο virtual reality πλαίσιο. Μια τέτοια περίπτωση είναι και αιώνιες αθλητικές κόντρες και τα δίπολα μεταξύ συλλογικών ομάδων. Μια καθαρά ιδεαλιστική διχοτόμηση με αφορμή του γεγονότος ότι η κούπα, το βάθρο, η δόξα είναι προϊόντα που μόνο ο πρώτος κατακτά. (Οι ταξικές αναφορές σ’ αυτού του τύπου τις διχοτομήσεις είναι ένα λαμπρό άλλοθι εξωραϊσμού). Στην Αμερική των αξιών του χρυσού, μεταλλίου, του βάθρου, του χρυσού δακτυλιδιού, των απαρχών του «ο δεύτερος είναι ένα τίποτα» αναβίωσε φέτος μετά από 20κάτι ολόκληρα χρόνια το δίπολο Celtiks – Lakers στο μαγικό, αστραφτερό και σάπιο κόσμο του NBA.


Οι Κέλτες πήραν το δακτυλίδι. Το 17ο της ιστορίας τους και το πρώτο για τους σύγχρονους αστέρες της ομάδας: Kevin Garnett, Paul Pierce και Rey Allen. Σπουδαίοι μπασκετμπολίστες και θύματα του παρελθόντος, ενός αθλήματος σε μια χώρα με κανιβαλικές κοινωνικές πεποιθήσεις.



Η Βοστώνη και το (μεξικανικό) Λος Άνχελες είναι δυο πόλεις που απέχουν και όχι μόνο γεωγραφικά. Η πρώτη, πόλη μεταναστών με ιδιαίτερη εκπαιδευτική, λογοτεχνική, μουσική και πολιτιστική παράδοση. Σημαντικό Ιρλανδικό στοιχείο, φοιτητές, διανόηση, εκλεκτοί της κουλτούρας. Μαζί με την Νουέβα Γιορκ και τον Άγιο Φραγκίσκο (without Ασίζη) λέγεται ότι είναι οι πιο «Ευρωπαϊκές» πόλεις της Αμερικής. Δηλαδή φέρουν μια αύρα σκέψης έναντι στην ρεβολβερική νομεκλατούρα του ράντσου, των καμπόιδων και του Κερτ (αισίως μακαρίτη) Ντάγκλας. Το αθλητικό καμάρι της πόλης είναι οι Κέλτες. Ανέκαθεν αποτελούσαν μεγάλη δύναμη του NBA λόγο της σημαντικής οικονομικής ανάπτυξης που έλαβε χώρα στην περιοχή της Μασαχουσέτης μετά το κραχ του 1932.



Σε εκ διαμέτρου αντίθετη γεωγραφική θέση, η πόλη των Αγγέλων στο νοτιοδυτικό άκρο της αυτοκρατορίας είναι το σύγχρονο σύμβολο του lifestyle, το θέρετρο της διάσημης ανυπαρξίας δυστυχισμένων με βίλες από νοβοπάν και γυψοσανίδα. Άλλοτε η Καλιφόρνια ήταν η γη του πειραματισμού: Γίππις, χίππις, μαύροι πάνθηρες, up against the wall motherfuckers, κοινόβια, road trippers, συναυλίες. Sex, drugs Rock & Roll. Αλλά τα απολεσθέντα εγκεφαλικά κύτταρα, η απελπιστικά ανοργάνωτη προσπάθεια αλλαγής, η «μόδα» της αριστερίστικης φλυαρίας οδήγησε στα στενά του Μπέβερλι Χιλς. Agio dasos, Holywwod. GMC με 67.000 κυβικά και 679 ίππους. Λατίνοι χαμάληδες μετανάστες ξύνουν τα πόδια του κακομαθημένου Στιβ. Και το μπασκετικό καμάρι και ομάδα Θρύλος του NBA οι σπουδαίοι Λος Άντζελες Λέικερς. Βαριά φανέλα. Μάτζικ, Γουόρθι, Τζαμπάρ και τώρα Κόμπε. Τζακ Νίκολσον στις κερκίδες του Staples Center και NBA Finals. Το «δακτυλίδι» είναι μόνο για λίγους. Κάτι σαν αυτό του Τόλκιν. Και φέτος ο Paul Pierce είπε δυνατότερα απ’ όλους my precious… Το θέμα όμως είναι αλλού. Πρωταθλητές του κόσμου.. μωρέ τι μας λες.



Οι άνθρωποι αυτοί, τα κοινωνικά τους πρότυπα, οι ιδέες του, το πλαίσιο του πρωταθλητισμού τους γίνεται ολοένα και πιο σκληρό. Το αμερικάνικο όνειρο είναι ένα αβάσταχτο φορτίο για τον καθένα τους. Η επιτυχία, η δόξα, ο τίτλος, οι αντίπαλοι κι εξευτελισμός τους. Το NBA είναι σήμερα πιο άγριο από ποτέ. Έπαθα πλάκα όταν είδα το πρώτο commercial των τελικών με τον χιτλερικό τίτλο «there can be only one» και το μοντάζ με τις δηλώσεις πολλών αθλητών όπως οι Νας, Χάουαρντ, Λεμπρόν Τζέιμς, Γκαρνέτ, Κόμπε Μπράιντ, Τάισον Πρινς, Τσάνσεϊ Μπίλαπς για τους τελικούς και το τι σημαίνει σεβασμός:



Ξεκινάει ο Νας και συνεχίζουν στα λεγόμενά του οι υπόλοιποι:



«Ονειρεύομαι αυτή τη στιγμή
Από τότε που ήμουν περίπου 7 χρονών.
Το να τα κερδίσεις όλα. Έχω δει πολλούς να το κάνουν αυτό.
Τον Πίπεν, τον Ολάζουν, τον Τζόρνταν, τον Τζόρνταν, τον Πίπεν, τον Μάτζικ, τον Έρβινγκ, τον Μπέρντ.
Υπάρχουν τόσες πολλές συγκινήσεις, τόσα πολλά συναισθήματα στο τέλος της σεζόν που κανείς δεν θέλει να μιλάει για αυτά. Ένα από αυτά είναι ο φόβος. Φόβος ότι έχεις φτάσει έως εδώ και ότι το όνειρο μπορεί να πεθάνει.
Εμένα όμως μ’ αρέσει ο φόβος. Σημαίνει ότι είμαι κοντά. Σημαίνει ότι είμαι έτοιμος.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να κερδίσεις τον σεβασμό, αλλά μόνο ένας τρόπος να εξασφαλίσεις αυτόν τον τύπο του σεβασμού που είναι αναμφισβήτητος. Μόνο με το να κερδίσεις….»





Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι και τα λόγια ενός έφεδρου ΟΥΚά που ακονίζει το δόρυ του πριν την επόμενη μεγάλη μάχη. Πριν το αίμα του εχθρού χυθεί ξανά για να ανέβει και πάλι μόνος του στο βάθρο. Ο δαρβινισμός, η αυτοκρατορία του ενός και μόνο ενός, η λογική του ότι ο πρώτος είναι τα πάντα κι ο δεύτερος ένα τίποτα δεν σταματάει για την πιθηκοειδή λογική του NBA μόνο εδώ. Ενόψει Πεκίνου, κατά την επίσημη παρουσίαση της Αμερικανικής Ολυμπιακής μπασκετικής ομάδας ακούσαμε και άλλα άκρως αλαζονικά. Πάλι από το NBA.com:



Τζέρι Κολάντζελο: (τεχνικός διευθυντής Αμερικανικής ομάδας μπάσκετ ανδρών).
«Η διαδικασία επιλογής ήταν πολύ δύσκολη. Όταν έχεις τόσους πολλούς εκπληκτικούς παίκτες είναι δεδομένο ότι θα αφήσεις κάποιους σουπερ σταρ εκτός ομάδας.
Είναι πλέον φανερό ότι οι ομάδες κερδίζουν τα παιχνίδια. Το μπάσκετ είναι το απόλυτο ομαδικό παιχνίδι. Έχει ήδη αποδειχθεί ότι ένα γκρουπ από all – star δεν σημαίνει ότι θα κερδίσεις. Κάναμε λοιπόν μια φιλοσοφική κουβέντα για την σύνθεση της ομάδας.



Μάικ Σιζέφσκι: (προπονητής της ομάδας)
Η λέξη κλειδί για εμάς είναι ο σεβασμός. Σεβόμαστε το διεθνές μπάσκετ. Πρέπει να καταλάβουμε ότι διαφέρει από το NBA και το NCAA.
Πρέπει να δείξομε σ’ όλο τον κόσμο πόσο πολύ αγαπάει αυτή η χώρα το μπάσκετ. Πρέπει να κάνουμε υπερήφανους όλους αυτούς που μετά τη δουλειά τους, μαζί με τα παιδιά τους, με φίλους παίζουν μπάσκετ σε κάθε δημόσιο γήπεδο. Πρέπει να ευχαριστήσουμε όλους όσους αγαπούν πραγματικά το άθλημα.
Στόχος μας είναι να ακούσουμε τον εθνικό ύμνο των ΗΠΑ όταν θα στεκόμαστε με το χρυσό μετάλλιο κρεμασμένο απ’ το λαιμό μας».



U.S. marines και σε επίπεδο αθλητισμού. Καταδικασμένοι στην τροχιά της πρωτιάς μιας και η όποια άλλη εναλλακτική πορεία είναι αποτυχία. Φτιαγμένοι για να είναι πρώτοι των πρώτων χωρίς καμία δικαιολογία. Προσδοκώμενη ανωτερότητα σε όλα τα επίπεδα. Και φυσικά η ποιότητα του αθλήματος φθίνει κατακόρυφα από την στιγμή που η κορυφή είναι ο φαντασιακός αυτοσκοπός. «Ζώον, λόγον έχων» μόνο που η οριοθέτηση του λόγου είναι κομμάτι δύσκολο πλέον. Εμπρός μαρς προς την ανθρωπολογική μας αποδόμηση.






Έκτακτη και μπασκετική Μπαλαλάικα
















































Μια φορά κι έναν καιρό, κάπου στην απαρχή του φθινοπώρου, της επανατοποθέτησης των καλοκαιρινών εμπειριών στην φόρμα μιας νέας σχολικής χρονιάς, στο κλειστό της οδού Αρτάκης, μια κιτρινόμαυρη ομάδα που φέρει το όνομα της τσιμεντογειτονιάς της μας πέταγε πρόωρα έξω από το κύπελλο Ελλάδας. Κάτι ο «δικός» μας Παντελιάδης, κάτι ο, αν θυμάμαι καλά, απροσάρμοστος ακόμη Φράνκι Κινγκ, και η Βωβιάδα απεγκλωβίστηκε εντέχνως από την σπηλιά-καταβόθρα του Βαρίκας. Θυμάμαι ότι τρώγαμε τα ρούχα μας. Κάποιοι χοντροί και άσχημοι Παναθηναϊκοί με απωθημένα μπασκετικού παραρτήματος χόρευαν στις κερκίδες του δικού μας γηπέδου. «Μην σταματάς Μαρούσι μου», στην Αρτάκης. Που ακούστηκε τέτοια ύβρις! Από κάτι τύπους που ανακάλυψαν την μπασκετική τους ύπαρξη κάπου στα 1996 και αποφάσισαν να γίνουν εντεταλμένα Βωβόπουλα. Από κάτι τύπους που πριν ανακαλύψουν την παλίρροια συναισθημάτων που απορρέουν εκ της σπυριάρας βαυκαλιζόντουσαν σε μια τραμπάλα στ’ αηδονάκια. Άκου να δεις πράγματα. Η ομάδα του Νίκου Παύλου με Φάσουρα, Ταμπάκη και Πεππέ να χλευάζει τον μπασκετικό Πανιώνιο. Τσσσσςςςς.


Και να που ήρθε το 2008 και ο μπασκετικός ιστορικός ξεκίνησε οκνηρός και χλωμός σε μια χρονιά με στόχο την έξοδο στην Ευρωλίγκα. Να τη πω την αμαρτία μου; Ε, ναι μέχρι το βράδυ της 4ης Ιουνίου δεν το πίστεψα καθόλου. «Απεταξάμην, απεταξάμην σπεύδω να φωνάξω τώρα»! Και απολογούμαι, εκθειάζω, θυμάμαι και καταλαβαίνω γιατί έπρεπε να ήμουν σίγουρος για το Μαρουσιακό βατερλό. Είναι το προτσές του Φάνη, του Τέρνερ, του Πάσπαλι, του Στόουκς, του Μέις, του Μπέιλι, του Γουάτσον, του Ντάγκλας, του Ζντόβντς, του Μπόμπαν, του Ντίνκινς, του Διαμαντόπουλου, του Παπαλουκά (και πολλών ακόμη άλλων που ξεχνάω) που έβγαλε τον Πανιώνιο στην Ευρωλίγκα μετά το 0-2. Είναι ο κόσμος που δεν χρειάζεται να ακούσει από τους ΕΡΤόβιους τι είναι το Σπλιτ-άουτ και να αντικαταστήσει τον όρο «ρακέτα» με αυτόν του «ζωγραφιστό» επειδή κάποιος πήγε ένα ταξίδι στην Αμερική. Διαλεκτικά και απλά, φοράς μια φανέλα που σημαίνει κάτι. Και ο τρελός στο πέταλο, έχει δει πολλά για να καταλάβει τι ακριβώς εστί μπάσκετ. Πέραν των Μπαοκάρεων του Βορρά και τον σιχαμένο Τριφυλλιακό του ασπιρινάκια όπως και να το κάνουμε είμαστε (τουλάχιστον σαν κοινό) οι επόμενοι. Γιατί οι γαύροι είναι γαύροι. Θέλουν ο Ντέϊβιντ Ρίβερς να καρφώσει με ανάποδο ψαλίδι. Νομίζουν ότι ο Ράτζα ήταν offside στο πρώτο σπάσιμο-πρωτάθλημα του αιωνίου μέσα στο ΣΕΦ. Πέραν του μπάτζετ και των τίτλων ήταν, είναι και θα είναι από πλευράς νοοτροπίας οι 7οι από το Παπαστράτειο. Αυτοί που έχουν για μπασκετικό πρότυπο τον Σιδέρη. Ήμαρτον λοιπόν μ’ αυτούς. Πάμε στο Μαρουσάκι. Μπορεί η Βωβούπολη της Κηφισίας να αναπτύσσεται ραγδαία και τα γυάλινης, φιμέ αισθητικής κτίρια με την διακριτική τεραστίων διαστάσεων λεζάντα «babis bobos» να ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια υπό τις ευλογίες των δημοκρατικών κυβερνήσεων της χώρας αλλά αυτό δεν σημαίνει κάτι για το μπάσκετ. Ή μάλλον, ok, για να είμαστε ακριβολόγοι όπως και στην περίπτωση του γαύρου τα λεφτά και το μπάτζετ σημαίνουν πάρα πολλά, αλλά όχι τα πάντα. Και εδώ έρχεται η σπουδαία συνεισφορά του κόσμου. Όταν στο 1-2, στο κλειστό κάποιου Αγίου Θωμά μαζεύονται ο Βωβός, 3 πλαστικές γκόμενες και οι εργαζόμενοί του, τότε το πράγμα ανεξαρτήτως μπάτζετ θα βουλιάξει στην δυναμική του κυανέρυθρου κινήματος. Θέλουμε να βγούμε Ευρωλίγκα, όχι εγώ και 5 κολλητοί μου, αλλά ένας κόσμος, μια γειτονιά που έχει μεγαλώσει με την σπυριάρα. Έχει δοξαστεί, έχει δοξάσει, έχει ξενερώσει. Και γι’ αυτό μετά το 2-2, (για το οποίο ευθύνονται αποκλειστικά και μόνο οι παίκτες) καταστήσαμε την προδιαγεγραμμένη επιτυχία μας μη αναστρέψιμη. Γιατί θυμηθήκαμε τι και πώς μας έκανε Πανιώνιους. Και είμαστε περήφανοι γι’ αυτό. Η βραδιά ήταν ηδονική. Φίλοι, γνωστοί, νέοι μυημένοι στο μεγαλείο του ιστορικού (λινάκι) παλιές φάτσες, αναμνήσεις κι ατμόσφαιρα κλειστού, παιδιά ,γυναίκες όλοι έτοιμοι για απογείωση. Προς το μπασκετικό μας παρελθόν και το άκρως κυανέρυθρο μέλλον μας. «Και το κλειστό του χρόνου θα ναι τίγκα… Πανιωνάρα μου». Απλά τα πράγματα.

ΥΓ1: Ένα μικρό παραπονάκι
Πέρασε ο καιρός και η Αρτάκης έγινε ανάμνηση. Ο ποδοσφαιρικός σύλλογος αναβαθμίστηκε δεόντως και η πορτοκαλί με τα σπυριά έπαψε να είναι η μοναδική όαση εξαγνισμού. Λίγο πολύ ξεχάσαμε πως ήταν να είσαι Νέο-Σμυρνιώτης και να είναι Σάββατο απόγευμα. Τότε που η Αρτάκης ήταν το must. Κάποιες καλές χρονιές, μετριότητα, ξανά μετριότητα μετά πάλι δόξες και άλλες καλές χρονιές. Κι ύστερα ήρθε ο Λιανός και μαζί του η σταθερότητα. Αλλά απ’ την στιγμή που μεταφερθήκαμε στο Ελληνικό, κάτι έχει αλλάξει. Κάτι δεν είναι οικείο. Κάπου το παρελθόν σου στέλνει παλιννοστούντα σήματα ανάμνησης. Κάτι μας κρατάει μακριά απ’ το Ελληνικό. Δεν είναι δικό μας. Δεν είμαστε ομάδα του NCAA με χοντρούς χαμπουργκεράδες στις εξέδρες, ποπ – κορν και κοκακόλα ανά χείρας. Απ αυτούς που αντιδρούν στις κρίσιμη αγωνιστική στροφή με το αποθαρρυντικό «defense – defense», λες και παρακολουθείς αγώνα στο Ρολάντ Γκαρός. Έχουμε χάσει την θέση μας. Την αμεσότητά μας. Τον κάθε γραφικό Πεδουλάκη. Τον Ζαβλανό με τον εραστή του. Δεν βλέπω τον Πάνθηρα, τα ζαμπονόπαιδα στο πάνω διάζωμα, το κοτσίδα στην γωνία, το τρελό με τα στατιστικά, το βαψομαλλιά που κούναγε τα πεντοχίλιαρα. Αλλά, εντάξει πρέπει να πάψω να γκρινιάζω. Είναι, άλλωστε, προφανές ότι θέλω Αρτάκης. Όσο πισωγύρισμα κι αν είναι. Δεν θέλω Madison Square Garden. Τα γήπεδα δεν κάνουν τις ομάδες έτσι δεν είναι;
ΥΓ2: Φυσικά η βραδιά έκλισε με το γνωστό «Μπόμπαν, Μπόμπαν».
Blogger Template by