You will be redirected to the new page in

seconds

Quisiera


...θέλω να ξαναπάω στην Λισαβόνα, αλλά θέλω να πάω και στην Γρανάδα,
θέλω να γνωρίσω ξανά μια Μυρσίνη και μια Ρεβέκκα,
θέλω να διαβάσω την Ερμηνεία των ονείρων του Freud,
όπως την είχα διαβάσει την πρώτη φορά, και να διαβάσω
τα εννέα βιβλία της ιστορία του Ηρόδοτου,
από την αρχή μέχρι το τέλος, θέλω να ζήσω
φθινόπωρο και χειμώνα στη Νέα Υόρκη, άνοιξη
στο Παρίσι, καλοκαίρι στο Ποζιτάνο,
θέλω να κρατήσω στα χέρια μου την τρομπέτα
του Miles Davis, ένα χειρόγραφο του Shelley
κι ένα μικρό ερωτικό σχέδιο του Balthus, θέλω
να μ' αγαπάει η γυναίκα που αγαπώ,
θέλω να μεταφράσω 24 ποιήματα του Πετράρχη,
θέλω να ακούσω τον Bob Dylan να τραγουδάει
σ' ένα σκοτεινό κλαμπ, θέλω να κοιτάζω τη θάλασσα,
θέλω να μάθω απ' έξω την Ζ ραψωδία της Ιλιάδας
κι ολόκληρο το Ουρλιαχτό του Allen Ginsberg,
θέλω να μάθω ισπανικά, θέλω μισή ώρα κάθε μέρα
για να διαβάζω την εφημερίδα μου ακούγοντας
μουσική (λίγο περισσότερο τις Κυριακές),
θέλω να ταξιδέψω,
σερβιτόρε, θέλω σε παρακαλώ
άλλο ένα μπουκάλι παγωμένο λευκό κρασί.

Χαραλαμπός Γιαννακόπουλος, Για να μην κάθομαι άεργος, (Γράμματα σ' έναν πολύ νέο ποιητή, 2012)

6/12/----



Σε ένα σπίτι στους Αμπελόκηπους να γιορτάζουν κάποιον Νίκο. Ο Κ κάπνιζε στο μπαλκόνι κοιτώντας τα σπίτια που είχαν ήδη φορέσει τα γιορτινά τους. Σε μια εσωτερική χαρούμενη ατμόσφαιρα το μπαλκόνι είναι η άγκυρα του κουρασμένου. Και ο Κ θυμόταν τις γιορτές με τα δικά τους ξεχωριστά μπαλκόνια. Ένας εξωστρεφής απόκοσμος. Ένας ακόμη φοβισμένος. Η νύχτα όμως αυτή θέλησε να διώξει τον φόβο. Μια και καλή.

Ο Μ οδηγούσε κάπου στα Εξάρχεια. Να παρκάρει κάπου κοντά στο μαγαζί που θα γιόρταζε τον δικό του κοντινότερο Ν. Η πρώτη φωτιά ήταν συνήθεια. Το δεύτερο οδόφραγμα ένδειξη. Οι αμέτρητες κλούβες ενοχή. Και το μπαμ των 10 προηγούμενων τετραγώνων μάλλον δεν ήταν λάστιχο, ή κροτίδα. Ο Μ παρασύρθηκε στις φωτιές.

Η Ν δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί ούρλιαζε στο αυτί της εκείνη η πρωτοετής συμφοιτήτρια της. Εντάξει νεκρός, αλλά η κοπέλα ήταν σε ταραχή. Την έπεισαν να κατέβει κάτω. Την έπεισαν να θυμηθεί την δική της υστερία. Να ζήσει τις δικές τις κηδείες. Κατέβηκε στο δρόμο και θυμήθηκε. Ξεκίνησε να ζωγραφίζει όπως παλιά. Από εκείνη τη νύχτα.

Ο Τ θυμάται εκείνες τις μέρες. Εκείνη την ξέφρενη μεταβλητή. Περιγράφει εκείνο το βράδυ. Στο κέντρο. Τι είδε, τι ένιωσε. Τι τοποθέτησε επισφαλώς πάνω στις προκατασκευασμένες του στοίβες. -Το Intersport κάηκε όλο. Ήμουν μπροστά. Χαμός. Κάναμε 3 ώρες να γυρίσουμε σπίτι. Ναι, τελικά γυρίσαμε σπίτι. Αφού μωρέ ήταν φρικιά και παρακράτος. Πιάσε άλλη μια μπίρα. Άλλο ένα συρτάρι. Άλλη μια κρυψώνα.

Σήμερα το κτίριο του ΕΓ έχει γίνει δημοτική αίθουσα μίζας και αστικής κουλτούρας. Για ένα φεγγάρι ήταν κατάληψη. Μια ατμόσφαιρα τουλάχιστον ενθουσιώδης. Μια πόλη που διεκδικείται. Μια πόλη που ζει την ανατροπής της. Τον αναβρασμό της. Μια χαρά μύχια, υποτονική. Βλέμματα που ανταμώνουν μια υποβόσκουσα ελπίδα. Μια προδομένη συνήθεια.
Και όλα αυτά μετά από ένα θάνατο. Ή μάλλον μια δολοφονία. Τίποτα δεν τέλειωσε.

Η Α είναι σήμερα πρωτοετής. Τότε ήταν μια από τις μαθήτριες. Κατέβαινε στο δρόμο κάθε μέρα. Είδε την απώλεια σαν κάτι δικό της. Ενημερώθηκε από το συντονιστικό. Ερωτεύθηκε. Μεγάλωσε. Απογοητεύτηκε. Από ένα κράτος που διαλύει τον πανικό του. Από μια ελπίδα αυτοκαταστροφική. Από μια αλλαγή χωρίς ορίζοντα. Από μια γενιά χωρίς πρόσημο. Σήμερα δουλεύει υποδοχή σε κλαμπ. Φοράει τα καλά της, στολίζει τις Χριστουγεννιάτικες γιρλάντες και χαμογελάει σε κάθε νεοεισελθέντα στο "μαγαζί". Στις 6 Δεκέμβρη ζήτησε ρεπό. Θέλει να θυμηθεί αυτές τις 20μέρες που αποχαιρέτησε. Θέλει να θυμηθεί την δική της εκκωφαντική μεταστροφή.  

Ο Δ δεν είχε καταλάβει και πολλά. Σε ένα αυθαίρετο στην Παλαιά Φώκαια γύριζε πτώμα από την δουλειά αναγκασμένος να παραδοθεί στην κούρασή του για να εξασφαλίσει το μεροκάματο της επόμενης μέρα. Μόνο ένα "δίκιο έχουν τα παιδιά" έβγαινε κάπου κάπου απ' το στόμα του χαζεύοντας την προβολή των ημερών από τα μέσα. Η γνώμη του άλλαξε όταν άρχισε τις παραδόσεις στο κέντρο. Φορτηγό και πορείες είναι ένας εφιάλτης για το μεροκάματο. Τα παιδιά που είχαν δίκιο, έγιναν κωλόπαιδα, αλήτες, τεμπέληδες. Τουλάχιστον έμειναν παιδιά. Και αυτό ο Δ το θυμόταν πάντα στο τέλος της μέρας.

Ο Κ ξύπνησε από έναν ύπνο ημιτελή. Είχε αφήσει το αυτοκίνητό του στις φωτιές. Ένιωθε ενοχές. Για το (εν δυνάμει στάχτη) αυτοκίνητο, αλλά πολύ περισσότερο γιατί δεν ήταν στις φωτιές. Είχε παρασυρθεί από την δική του ασφάλεια. Κατέβηκε κάτω. Εξέγερση. Εντός και εκτός.

Ο Ζ κάτι βρήκε εκείνο το Δεκέμβρη. Βρήκε την έκφραση της σύγκρουσης εκτός των πλαισίων της κομματικής αριστεράς. Κάθε μέρα στο δρόμο έβλεπε γνωστούς και φίλους. Θυμήθηκε πως είναι να χαμογελάς. Πως είναι να διεκδικείς. Να αξιώνεις. Με την ρωτάτε τι; Ο Ζ δεν θέλησε ποτέ να μάθει.

Η Σ διηγείται ακόμα. Τις πρώτες ώρες, την πορεία στην ΓΑΔΑ, το νεκροταφείο. Γελάει στο φλεγόμενο δέντρο. Τι ήταν ο Δεκέμβρης του 08; Μια σταγόνα που ξεχείλισε ένα ποτήρι; Δεν είναι σίγουρη. Δεν ήταν ποτέ. Ξέρει μόνο ότι θέλει να συνεχίσει να θυμάται εκείνες τις ευτυχισμένες, ξέφρενες μέρες. Μέχρι να γίνουν και αυτές ένα μουσείο που θα λοιδορείται.

Σήμερα ο Ν δεν θέλει να γιορτάσει. Θα ψάξει την γιορτή του στις σιωπές των άλλων. Στο θάνατο των νεκρών, στις μνήμες των αδιεξόδων, σε όσα δεν πρέπει να περάσουν στην λήθη. Θα συναντήσει στους δρόμους τους φίλους του. Κανένας Δεκέμβρης δεν τέλειωσε ποτέ. Καμία γιορτή δεν τελειώνει.    

 



 





 



  

Hacienda


Τον Κ απόψε τον έπιασε μια 90s νοσταλγία. Δεν είναι η πρώτη φορά θα μου πείτε. Τα πρώτα  φύλλα είχαν κιτρινήσει. Είχε αρχίσει εδώ και καιρό να κοιτάει παλιές φωτογραφίες. Να κοιτάει αυτά που έμοιαζαν αλλότινα. Προσπαθούσε εναγωνίως να βρει την Αθήνα. Αυτήν που αλλάζει χωρίς να κοιτάει την παλιά σου μελαγχολία.



Η Φ έψαξε βιαστικά τα πράγματά της. Είχε μια τσάντα ακατάσταση, αλλά ήθελε μόνο εκείνη να το ξέρει. Από αυτές που τα πράγματα έχουν πάντοτε την θέση τους, αλλά επί της ουσίας όλα είναι χαμένα στο βυθό της ακαταστασίας. Βρήκε τα κλειδιά της. Πριν το πίσω αμάξι αποφασίσει να παίξει τα φώτα. Και έτσι σε μια βιασύνη ανεξήγητη αποφάσισε να κρυφτεί βιαστικά από τον ίδιο της τον εαυτό. Να κατορθώσει το αδύνατο. Πήρε μια βαθιά ανάσα και βούτηξε στην τσάντα της.




Ο Γ δεν μπορούσε να καταλάβει τον σουρρεαλισμό. Ίσως επειδή ήταν από τους ενδόμυχους θιασώτες του. Μια απώλεια που γινόταν ακόμα και παγωτό. Μια παλιά αγάπη. Μια καινούργια αφοσίωση. Ένα σερβιρισμένο πρωινό. Μια ανάμνηση που διαστέλλεται. Μια στιγμή που δεν λέει να παραδόσει το στίγμα της στο κουφάρι του παρελθόντος. Μια πικρή νοσταλγία. Ο Γ θύμιζε στον εαυτό του την προσωρινή και ουσιαστική συμβασή του.


  


Η Μ δεν μπορούσε να πιστέψει πως άλλαξαν όλα. Η καθημερινότητα είχε σαν χώμα πλακώσει τα όνειρά της. Μούσκεμα. Συνέχεια φρόντιζε να έχει μια επαφή με το νερό. Να θυμάται ότι ήταν ζωντανή. Δεν μπορούσε να πιστέψει την ωμοφαγία που είχε καθορίσει την πραγματικότητά της. Και όμως σε λίγο καιρό παντρευόταν. Αυτό που την εμάθε να μισεί. Αυτόν που την έμαθε να μην ψάχνει. Να διαλέγει την σιωπή.




Ο Κ άρχισε να περπατάει μόνος του. Ακόμα δεν είχε καταλάβει αν του άρεσε ή όχι. Αν τον έθρεφε μια επιφασική μιζέρια. Ο μόνος, ο μοναχικός, το σύμβολο της δικής του προδοσίας. Άρχισε να απαριμθεί τις μοναξιές του. Τα σημεία του στο χώρο. Έβλεπε την πόλη με εικόνες παρελθόντος και αναθυμιάσεις μέλλοντος. Μέχρι να βρει ταξί τουλάχιστον.



Ο Τ φαινότανε μετά από καιρό ευτυχισμένος. Είχε αφεθεί σε μια παραίτηση συστηματική. Οικογένεια, φίλοι, προφάσεις, ένα ποτήρι παραπάνω. Περίμενε σαν κηνυγός, ή και σαν θύμα. Η διαφορά εξάλλου είναι αμυδρή. Τώρα σε κοιτάει αναγεννημένος. Για να θυμηθεί την δική του τραγωδία. Για να ζήσει την δική του κωμωδία. Για να μην σταματήσει να θυμάται. Τώρα έχει δυό τζούρες οξυγόνο.


Η Α περιμένει παιδί. Μπορεί και η ίδια να μην το ξέρει. Σ' ένα Σαββατόβραδο στα γλυκά και σκληρά 16της είχε κατάλαβει ότι θα γίνει μάνα. Και από τότε όλο αυτόν τον καιρό περιμένει. Δεν ξέρει ακριβώς. Όπως μια Ελευσίνια περιμένει να πληρώσει τον σκοπό της. Με θυσία την δική της προσωπική αυταπάρνηση. Θα περιμένει εκεί μέχρι να ξαναφανούν. Όλα εκείνα που της υποσχέθηκαν. Όλα εκείνα που η ίδια καρτερικά περιμένει.


Ο Μ θέλει να ξέρεις πως είναι μια χαρά. Στα ένδοξα μονοπάτια της μόνωσης. Οικογένεια και αρμός. Και είναι μεγάλος ο καημός. Είναι μεγάλη η αναστάτωση του. Κοιμάται απ τις εννιά. Ένας σεβάσμιος ανασφαλής. Ένας καλόγερος της συντήρησης. Ένας επίσκοπος του παλιού. Μια τηλεόραση ανοικτή. Η παλιά μου Αθήνα. Το Σαββατιάκο μοναστηράκι. Το τρόλλευ. Αργό και με ρεύμα. Το Κυριακάτικο κοκκινιστό και η γιαγιά μου που πλέκει.




Ο Κ κοιτάζει το ρολόι του. Σπάνιο. Αλλά δεν μπορεί να ξεφύγει. Γονίδια, συμπεριφορές, παραστάσεις - ως επί τω πλείστον θεατρικές-. Μια κατασταλλαγμένη πραγματικότητα που στον άλλον πειράζει και στον ίδιο επέρχεται σαν νομοτέλεια. Είναι ήδη αργά. Είναι ήδη χειμώνας. Βουτιά στο παρελθόν. Βουτιά στο ρολόι. Στα πέντε λεπτά που έχασε. Στα εκατό λεπτά που κέρδισε. Κληδώνει την πρώτη. Κοιτάει τον ουρανό. Λες και θα βρει μια σαφή απάντηση. Λες και θα πάρει την σωστή απόφαση. Η άσφαλτος γράφει.














muerte


Κανείς δεν είναι σε θέση να αρνηθεί ότι ενίοτε φοβάται. Ότι ενίοτε τον σκέφτεται. Ότι δεν μπορεί απλά να μην σκέφτεται το τέλος. Ένα όποιο τέλος. Και αυτός ο κανείς είναι μερικές φορές κάτι συγκεκριμένο.

Γνώρισα τον Ε πριν από 15χρόνια. Δεν είναι πολλά, δεν είναι όμως και λίγα. Ο Ε αποφάσισε να φύγει αυτό το καλοκαίρι. Να "φύγει". Μια έκφραση που ενίοτε μπορεί και να σημαίνει σωτηρία. Ήταν από αυτούς που μιλάνε με τα μάτια. Αυτή ήταν η δική του μιλιά. Ένα βλέμμα γεμάτο, δυό μάτια ζωηρά και ένα κουβάρι από λέξεις να τρέχει από πίσω. Λέξεις που μπορούσες εύκολα να διαβάσεις και δύσκολα να αποστηθήσεις. Ο Ε είχε κάθε φορά ένα δικό του καινούργιο λεξιλόγιο. 

Μια ανιδιοτελή αγάπη. Ενός πλάσματος που ένιωθε κατώτερο. Εξαρτημένο. Υποτελές και πιστό. Θα τον θυμάμαι για πάντα να με κοιτάει. Περιμένωντας το πιο μικρό ή και το πιο μεγάλο. 

Ε: -φίλε εγώ κάτι έχω. Κάτι που δεν μπορώ να νικήσω. Μα σ' αγαπώ όπως και να χει. Φίλε θα μου λείψεις, όπως φαντάζομαι ή ελπίζω και εγώ. Φίλε σ' αγαπώ μα δεν μπορώ άλλο. Δεν θέλω. Άσε με εδώ που μυρίζει όπως όλοι εσείς. Άσε με εδώ που έγινε σπίτι μου.  

Αυτό ήταν το τελευταίο του βλέμμα. Γεμάτο. Απόγνωση, αγάπη, συμπόνια. Γεμάτο αναμνήσεις. Γεμάτο ταξίδια για το ταξίδι. Χώμα, γκασμάς, δάκρυα. Ζώντες απαρηγόρητοι, για ένα παρελθόν τόσο οικείο. Μια ταφή εσωτερική. Για κάτι που ίσως και να μας ανήκει. 

Η Σ ήταν από αυτές τις γυναίκες τις χαρούμενες. Η Σ δεν μπορούσε να καταλάβει την ήττα ή τον πόνο, ή τον λυτρωμό. Κάθε φορά που την άγγιζε ρέμβαζε για ώρες στην δική της παιδική χαρά. Ξύπναγε αργά, νωχελικά. Μηχανικά εκτελούσε πράγματα που δεν την αφορούσαν, ή πράγματα στα οποία έβρισκε μια κοινωνική ευχαρίστηση. Η κοινωνικότητα ήταν άλλωστε και το απόκρυφο ταλέντο της. Αυτό που δεν κυνήγησε ποτέ γιατί η ζωή της είχε άλλα σχέδια. Κουβαλούσε το φορτίο του δικού της πένθους. Αυτού που καθημερινά την καλούσε να ανταμώσει. 

Σ: -Να σας φτιάξω κάτι να φάτε. Να παραγγήλουμε κάτι. Ναι, να παραγγήλουμε, να γλεντήσουμε. Να χορέψουμε, να ανταμώσουμε ξανά. Ναι να γελάτε για πάντα. 

Πρόλαβε να αρρωστήσει μόνο για ένα χρόνο. Ή και κάτι λιγότερο. Οι γιατροί θα θυμούνται ημερομηνίες η ίδια θυμόταν μόνο τα καλά. Είμαι απόλυτα σίγουρος για αυτό. Την Κρήτη, την Ραφήνα. Τον Χ να την κοιτάει με αγάπη. Τον Σ να στέκει πλάι της, την Μ να την προσπερνάει από αγάπη. Την Λ και τον Ν να ευτυχούν λοξοκοιτάζωντάς την να υφαίνει την περηφάνεια της. Δεν θα μπορούσε να αφήσει το χρόνο να της πάρει το χαμόγελο. Από έναν άνθρωπο που φοβάται. Από έναν άνθρωπο που ακροβατεί. Από έναν άνθρωπο που ψάχνει κάτι παλιό. Που καταλύει τις συμβάσεις. Που τελικά είναι σύμβαση. Ένα χαμόγελο ορατό αλλά πολλές φορές γυάλινο. 

Σ: -Είναι όλα τυχερά να το ξέρεις. Σας αγαπώ αλλά δεν μπορώ να είμαι άλλο έτσι. Εγώ η γυναίκα με την μεγάλη καρδιά ήμουν απλά άτυχη. Σας αφήνω αλλά θα είμαι πάντα εδώ για εσάς. 

Και θα είναι. Για όποιον απλά την σκεφτεί. Για όποιον απλά την γυρέψει. Απείκω για μια αγάπη χωρίς ανταλλάγματα. Δεν αξιώθηκα να την ξαναδώ. Όπως την θυμώμουν, όπως με αγάπησε και με δέχτηκε, όπως εν τέλει με απώθησε για να σώσει κάτι δικό της. Δεν την αδικώ είχε δίκιο. Από αυτά τα δίκια που κατανέμονται έτσι ώστε να καλύπτουν επαρκώς κάθε θιγόμενο κομμάτι. Όμως δεν τη ξαναείδα. Έμεινα σταθερός στα συντηρητικά στεγανά μιας κοινωνίας που λοιδωρεί το παρελθόν της μπας και εξευγενίσει το μέλλον της. 

Μου είπαν ότι muerte σημαίνει θάνατος. Και έμαθα ότι suerte σημαίνει τύχη. Γίνεται τόσο θέμα για ένα σύμφωνο. Ή μήπως η διαφορά είναι πραγματικά τόσο λεπτή. Ή μήπως μπορεί να επιτευχθεί ακόμα και σύζευξη. Μαζί με τους ανθρώπους πεθαίνουν και άλλα πολλά. Το ίδιο χώμα σκεπάζει φιλίες, έχθρες, έρωτες, τετριμμένα, κόντρες, πάθη. Όλα αυτά που μας τρώνε. Όλα αυτά που μας φτιάχνουν. Όλα αυτά που μας κάνουν να έχουμε αγωνία να μην έρθει το τέλος. Όλα αυτά που σημαίνουν και τέλος.  

Θυμήθηκα την φορά που μου μίλησες για τον Α. Σε ένιωσα και πόνεσα στον πόνο σου. Θυμήθηκα την φορά που έκλαψα από χαρά. Θυμήθηκα τον Ε, την Σ, τον Γ και ότι άλλο έχω θάψει. Εντός μου εκτός μου. Μα δεν θα ξεχάσω για να ξαναθυμηθώ. Και να φανταστείς ότι ακόμα δεν είμαι σε θέση να μιλήσω για την Ε. Ίσως γιατί εκείνη με έμαθε τι θα πει να μην φοβάσαι.    

Βερδαδέρο


Ήθελε πάση θυσία να γυρίσει αυτή την ταινία. Έπρεπε δηλαδή. Ήταν ένα είδος επιβίωσης σε αυτόν τον κύκλο των "κάλπηδων" που είχε μπλέξει. "Κάλπηδων"; Η απάτη ήταν πάντα ένα εγγενές στην φύση των ανθρώπων φαινόμενο και στην προκειμένη είχε να κάνει με μια μόδα διανόησης, νοημάτων και αναζητήσεων. Δηλαδή ένα απέραντο κενό. Μέχρι να περάσουν τα χρόνια και να ψάχνεις να βρεις ποιος έγινε τραπεζίτης και ποιος δικηγόρος πολυεθνικών παρά τους τόνους Πεσόα. 

Ο Ιάκωβος όμως ήταν ο και καλά σκηνοθέτης αυτής της κλίκας. Και όσο είναι διάολε εύκολο να σκαρφιστείς ένα ποίημα, μια ψευτονουβέλα, μια φιλοσοφική υπερβατικότητα, η υλοποίηση μια ταινίας προϋποθέτει μια σειρά από συντονισμένες και συγκεκριμένες πρακτικές κινήσεις. Ακόμη κι αν το σενάριο είναι κάτι από τα παραπάνω. 

Η Μαρία από την άλλη ήθελε απλά να παίξει στην ταινία του Ιάκωβου. Πράγμα επί της ουσίας εξασφαλισμένο από την στιγμή που ο ιδρώτας της εδώ και καιρό πότιζε τα σεντόνια του. Εκείνος βέβαια αντιμετώπιζε την ταινία και ως μια ευκαιρία αποπλάνησης νέας ερωμένης, μιας κάλπικης κορασίδας με ακονισμένη την απάτη της υποκριτικής. 

Η ταινία δεν γυρίστηκε ποτέ και το σενάριο, γραμμένο ένα βροχερό απόγευμα του Σεπτεμβρίου σε ένα συνοικιακό καφέ της Κουμουνδούρου κλειδώθηκε σε ένα από εκείνα τα μπαούλα που τελικά μεταφέρονται από δυστυχία σε δυστυχία. Όταν άνοιξε ξέθαψε μέσα από την σκόνη μια ιστορία πολιτικοποιημένης μελοδραματικής κοτόσουπας. 

Σε ένα σκηνικό Metropolis - γιατί η τέχνη δεν μπορούσε να ξεπεράσει το παρελθόν της - ένα επαναστατημένο σε ήθη, έθιμα και πρακτικές ζευγάρι αγωνιούσε για την καθίερωση του σοσιαλισμού σε μια χώρα γαρ πολυπολιτισμική και εργατική που για κακή της τύχη είχε παρασυρθεί από μια αδίστακτη καπιταλιστική ελίτ πριν προλάβει να αναλάβει μια φασίζουσα μιλίτσια. Ο έρωτας πέρναγε από κρατητήρια, χρηματιστήρια, παρακρατικούς, φασίστες, τραμπούκους, χαφιέδες. Ήτανε τόσο κάλπικο που δεν θα μπορούσα με τίποτα να εξηγήσω τα κριτήρια του γράφοντος πέρα απ' την ίδια την απάτη. Και να το μπορούσα βέβαια δεν νομίζω πως θα είχα την διάθεση.

Τέλοσπαντων η ουσία είναι ότι ακόμα και στην πλέον μητρική γλώσσα των κάλπηδων, δηλαδή στην αδιαπραγμάτευτη απάτη, οι κακοί κερδίζουν. Σύγχωρέστε με αν γίνομαι κουραστικός αλλά αυτό είναι μακράν το πλέον κάλπικο. 


   

Κάλπη(κο)





Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Πλανήτης-Μπαλαλάικα έχει σπεκουλάρει πάνω από μια εκλογική διαδικασία της μεταπολιτευτικής αφρικανικής δημοκρατίας μας. Αυτή τη φορά όμως, όπως μας λένε μια σειρά από ειδήμονες (ή και αιδήμονες) είναι η σημαντικότερη εκλογική διαδικασία της μεταπολίτευσης. Απλά και μόνο επειδή τα πράγματα είναι πιο ρευστά, λιγότερο προβλέψιμα και κυρίως λιγότερα προσδοκώμενα.

Ο Πλανήτης Μπαλα-λάικα δεν ξέρει από "πολιτική". Από αυτή την εκλογική πολιτική. Της πλαστικής σημαίας, των μπαλκονιών, των αμέτρητων φυλλαδίων, των flyer με ξινές μούρες και υποσχέσεις, των αποτυχημένων γραφιστών, των μπακαλοδημοσκόπων, των βολεμένων που γαντζώνονται και των επίδοξων που ψάχνουν τον γάντζο. Ως μια πραγματικότητα ιδεατή θα σχολιάσει επιλεγμένα πολιτικά κόμματα και θα προσπαθήσει να ανισχνέυσει την ψήφο του, μέσα από μια ακανόνιστη διαδρομή, λαμβάνοντας όμως υπόψη ότι η εκλογική διαδικασία είναι, ήταν και θα είναι άκρως ασφαλής και ανώδυνη για την συστημική μας πραγματικότητα.     


ΣΥΡΙΖΑ

Μέσα σε μια τετραετία φροντίζεις να περάσεις από όλες τις συναισθηματικές διακυμάνσεις απέναντι στο κόμμα της ριζοσπαστικής (καμιά φορά) αριστεράς. Ο Αλέξης είναι αναμφίβολα drama queen. Το κόμμα μετά την αποχώρηση των ΠΑΣΟΚων παραμένει ένα αμφιλεγόμενο, χαοτικό και αποπροσανατολισμένο μόρφωμα. Αυτό δε που περισσότερο ενοχλεί δεν είναι η μελέτη και ανάλυση της ανθρωπογεωγραφίας των ψηφοφόρων του (λίγο πιο αστική από τα πολιτικά του προστάγματα) αλλά η ανθρωπογεωγραφία της κομματικής του γραφειοκρατίας.

Δηλαδή όταν σου λέει, ελαφρά τη καρδία "έξω απ' το ευρώ" τύπος με καταθέσεις στην Ελβετία και πισινάρα στο Ψυχικό που στέλνει τα παιδιά του σε πρότυπο σχολείο έχεις ένα θέμα. Γενικότερα παίζει ένα θέμα με την αναγωγή της ταξικότητάς του σε ανθρωπισμό-φιλανθρωπία. Συνεπικουρούμενο από μια αρκετά κουραστική αμφισημία στο σημείο της σύγκρουσης με το κράτος. Αυτό το "εμείς δεν σπάμε βιτρίνες, αλλά γουστάρουμε όταν το κάνουν άλλοι και κυρίως όταν οι άλλοι είναι παιδιά και χωρίς κουκούλες" είναι κομμάτι ότι να' ναι.

Όμως κάτι μου συμβαίνει παραμονές εκλογών και ακούω μόνο τα ωραία του ΣΥΡΙΖΑ σε βαθμό που πάντα κλωθογυρίζει στο μυαλό μου ως επιλογή. Πάρα τις παθογένειες του και την πραγματιστική παραδοχή του μη τέλειου. Τώρα ας πούμε ο Αλεξάκης όπου σταθεί και όπου βρεθεί τονίζει την ανάγκη ενότητας της αριστεράς και προτείνει συμμαχίες για μια κυβέρνηση της αριστεράς. Μπορεί να είναι μια φιλοδοξία; Μπορεί. Μπορεί να είναι ένας οπορτουνισμός; Σαφώς. Αλλά δεν μοιάζει να είναι αυτισμός. Και επιτέλους έχει μια αξία το να θέλεις να πιάσεις μια καυτή πατάτα ή έστω να μην θέλεις να την πιάσουν άλλοι. 


ΚΚΕ:

Ο αυτισμός τελικά είναι άλυτος. Και δεν έχει να κάνει μόνο με την πάθηση αλλά πολλώ μάλλον με την διάθεση του ΚΚΕ να συνεχίζει να παραγνωρίζει την πάθηση. Ακούω δεξιά και αριστερά ότι το καλό του ΚΚΕ είναι η συνέπεια. Ότι και καλά είναι σταθερό στις θέσεις του και τις ιδέες του και τα πιστεύω του και την όλη του αισθητική. 1ον: Αυτό είναι Αντιδιαλεκτικό. 2ον: Παραμένει συνεπές και στις προδοσίες του και είναι πολλές. Δεν πάει ένας χρόνος από τότε που ψηφιζόταν το μακροπρόθεσμο και οι Κνίτες κοιτούσαν τον κόσμο αντί τη Βουλή. 

Επομένως όλα αυτά σημαίνουν ασυνέπεια. Αν ο λαός σε ξεπερνάει, αν η εξέγερση γεννιέται εκτός των τειχών σου την ακολουθείς δεν την καταδικάζεις. Η εμμονή του ΚΚΕ να καθοδηγεί είναι σαφής ένδειξη ανασφάλειας, ή σαφής ένδειξη της προδοσίας που θα έρθει. Μάθαμε πια. 

Ανταρσύα:

Άκουσα τον Γιώργο Ρούση στον Τριανταφυλλόπουλο (απεταξάμην) και μπορώ να πω ότι ενθουσιάστηκα. Μια (κομμουνιστική) (εξωστρεφής) αριστερά που λέει τα πράγματα όπως τα πιστεύει. Καθαρά και ξάστερα. Δεν συμφωνώ σε όλα. Αλλά συμφωνώ στο βασικό κομμάτι της ανάλυσης. Με ενοχλεί η σέχτα, με ενοχλεί το πρώην ΚΚΕ με ενοχλούν οι ντουντούκες οι αφίσες και όλα τα τετριμμένα προεκλογικά που και αυτοί χρησιμοποιούν. Αν δεν με ενοχλούσαν δεν θα ήμουν μόνος μου στον πλανήτη μου. Για όποιον τους σκέφτεται ας δει την συνέντευξη του Ρούση.

ΥΓ1: Η αποδόμηση του διλήμματος Μνημόνιο/Αντιμνημόνιο που έχει στηθεί είναι στα μεγαλύτερα συν της κίνησης (και λείπει πολύ από τον ΣΥΡΙΖΑ). Πρώτα πρώτα αν σκεφτείς ότι στο Αντιμνημόνιο έχεις δίπλα σου Χρυσαυγίτες καταλαβαίνεις ότι αυτή η τομή δεν θα πρέπει να αφορά την αριστερά. Η διαίρεση είναι Καπιταλισμός/Σοσιαλισμός όλα τα άλλα είναι εφευρέσεις συγχωνεύσεων και αποπροσανατολισμού και η Ανταρσύα απαντάει σε αυτό το δίπολο.


Οικολόγοι:

Case study διαφοροποίησης του σοβαρού από το σοβαροφανές. Καλή πρώτη εντύπωση, ανανεωμένος και επίκαιρος πολιτικός λόγος, ορθολογικές πολιτικές προτάσεις και ένα ανάχωμα για τους αναποφάσιστους. Σε στυλ "μπερδεύτηκα με το μνημόνιο-αντιμνημόνιο, το ευρώ-δραχμή, την αριστερά που φωνάζει συνέχεια" και λέω να βάλω το κεφάλι μου στο χώμα και να θάψω μαζί και τις όποιες ενοχές. Δεν θα κατηγορήσω καθόλου τους ανθρώπους που τους επέλεξαν ως επιλογή. Αλλά πως να το κάνουμε οικολογικό κίνημα εκτός των ορίων του ταξικού είναι ένα νεκρό και από το χέρι χαμένο κίνημα. Προτιμώ λοιπόν να ψάξω ταξικούς συμμάχους ακόμα και αν πρέπει να κάνω εκπτώσεις στις επιλογές μου λόγω ανθρώπινου λάθους και σημαίνουσων διαφοροποιήσεων. 

ΥΓ1: Το σκηνικό της προεκλογικής συγκεντρώσεις με πάνελ πάνω σε γκαζόν και αφημένα ατιμέλητα και random δεξιά και αριστερά δυο-τρία ποδήλατα είναι επιεικώς για το Περοκέ. 



Δημοκρατική Αριστερά:
 
Ως συνιστώσα της απαλαχθείσας από το αυτιστικό ΚΚΕ αριστερά μας έχει προσφέρει μια σειρά από επιθεωρήσεις επιπέδου Δελφινάριου. Δαμανάκη, Ανδρουλάκης, Μπίστης, Κωνσταντόπουλος. Η σημασία όμως της ύπαρξης αυτού του χώρου, της μέχρι και σήμερα επιβίωσής του δείχνει μια δομική αδυναμία κατανόησης της σύγχρονης ιστορίας. Εξηγούμε: Ο Μάης του 68' μας έδωσε εκτός από οδοφράγματα και τον ευρωκομμουνισμό. Τότε η λογική της μεταρρυθμιστικής επέμβασης στον καπιταλισμό έμοιαζε πρωτοποριακή. Σήμερα μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι η μεταρρυθμιστική/ρεφορμιστική αριστερά όπου και όποτε είχε την τύχει να συνεπλάκη με την εξουσία, να συναντήσει την σοσιαλδημοκρατία, απέτυχε στο ελάχιστο να αλλάξει τον καπιταλισμό και τουναντίον φαίνεται να είναι συνένοχη για τις σημαντικότερες μεταπολεμικά αντιεργατικές διεκδικήσεις. 
  

ΠΑΣΟΚ: 

Θα ήθελα πολύ να ήμουν ικανός να καταλάβω τι σήμαινε το 81' για έναν απλό Έλληνα πολίτη που είχε ζήσει πραγματική Δεξιά, (πραγματική) Χούντα και πραγματική προδοσία (Βάρκιζα). Στα προηγούμενα όμως για τον κάθε σκεπτόμενο Έλληνα ψηφοφόρο ήρθε να προστεθεί και η πραγματική απάτη. Αυτό είναι το ΠΑΣΟΚ. Μια πραγματική απάτη. Μια μπλόφα. Τη δεκαετία του 1970 πούλησε (επιτυχώς) αντιδικτατορική δράση με ελεγχόμενο ριζοσπαστισμό, την δεκαετία του 1980 εδραιώθηκε πουλώντας αντιδεξιά ρητορεία με τόνους λαϊκισμού και φιλολαΐκού προσανατολισμού. Στη μετά Αντρέα εποχή πάντα με αναφορές στην Αντιδεξιά που το ίδιο έχτισε επινόησε τον εκσυγχρονισμό για να κρύψει την ολική καθυπόταξή του στο διαπλεκόμενο και λούμπεν ελληνικό κεφάλαιο. Τέλος, πάλι κρατώντας αποστάσεις από την Δεξιά θύμισε στον ψηφοφόρο του το άνοιγμα των ταμείων (λεφτά υπάρχουν) νομιμοποιώντας με μια ακόμα απάτη την εποχή του Μνημονίου.

Όσοι σήμερα σκέφτονται να ψηφίσουν ΠΑΣΟΚ έχουν ξεπεράσει τα στενά όρια του ηλίθιου. Όσο ισχυρή και να είναι μια κομματική ταύτιση ή μια προσωπική φιλοδοξία η λογική της κυβερνητικής εναλλαγής στη Δεξιά μας κληροδότησε μόνο δεινά. Και το ΠΑΣΟΚ φρόντισε να είναι ιστορικά ο νταβατζής ενός λαού που γοητεύτηκε απ' τα λούσα του, ξελογιάστηκε απ' τις φανφάρες του και διαπλέχθηκε (σε κάποιο βαθμό) στην μεταπολιτευτική ρεμούλα της κενότητας. 








Νέα Δημοκρατία:

Προτείνω θέμα διδακτορικής διατριβής: "Οι ψυχώσεις της πολιτικής αρχηγίας. Μια ενδελεχής ματιά στο βλέμμα του Αντώνη". Το ελληνικό (μαζικό) αστικό κόμμα με την πιο συμπαγή ταξική δομή και την υποστήριξη από μεσαία και λαϊκά στρώματα. Μεταξύ μας. Ποτέ δεν υπήρξε ως επιλογή. Και όσοι αντιτείνουν ότι και καλά μόνο όταν υπήρχε ανάγκη να φύγει το ΠΑΣΟΚ είχαν αναγκαστεί να ψηφίσουν ΝΔ κρύβουν επιμελώς την βαθιά συντηρητική τους καρικατούρα.

Lifestyle, γκλαμουριά, αστισμός με "κουμάντα" μπουζουκιών,κουβαρτναλίκια αφεντικών με μερσεντέ η απεικόνιση της ελληνικής αστικής (λούμπεν) τάξης δεν μπορούσε ποτέ να αποτελεί ενδεχόμενο υποστήριξης ή ψήφου. Μεταξύ μας ακόμη και για έναν αστό η ΝΔ είναι λίγη, καθότι το ΠΑΣΟΚ την ξεπέρεσα σε κάθε μορφή αντιλαϊκής πολιτικής. Είναι αυτό που λίγο πολύ γυρνοβολάει στα καφενεία: Οι μεν είναι άχρηστοι και κουραδομηχανές και οι άλλοι είναι γατόνια και επαγγελματίες απατεώνες. Και όμως ο ένας στους 3 Έλληνες έχει ψηφίσει έστω μια φορά και ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Τι να πούμε; Για το τείχος. Και όποιος κατάλαβε κατάλαβε.

ΥΓ1: Ρε Αντώνη Ελύτη... Δηλαδή δεν θα αφήσεις τίποτα όρθιο. Επίκληση στην έσχατη κοιτίδα θυμικού μπας και μετακομίσεις στο Μαξίμου. 

ΥΓ2: Προσφάτως έμαθα ότι η σύζυγος Σαμαρά είναι γόνος της βιομηχανικής οικογένειας του "Κύκνου" (πελτές κλπ). Συνειρμικά δηλαδή είναι αυτό που λέμε διαλεκτική μετεξέλιξη της φράσης "θα μας πουλήσουν το σκοινί που θα τους κρεμάσουμε" σε "θα μας πουλήσουν τα κονσερβοκούτια που θα τους σφάξουμε". Οποία πρόοδος! 



Ανεξάρτητοι Έλληνες:

Πάρε ένα γουδί. (Παρεπιπτόντως και γαμώ τα σκεύη). Πάρε ένα γουδοχέρι. Και ξεκίνα: Τραμπούκοι, φασιστοφοβικοί αλλά φασίστες, λαΐκιστές, Παναγιόδουλοι, Χριστόδουλοι, ανεξάρτητοι και Έλληνες. Με κυβερνήτη το Καμμένο. Συνειδητοποίησε το και ψάξε να βρεις από που έχει στήσει και τους τραβάει ο Χάνεκε. 

Δύο οι αρνήσεις: Ούτε ανεξάρτητοι (ως πραγματισμός), ούτε Έλληνες (ως άνθρωποι).

ΥΓ: Αυτοσυμπεριλαμβάνεται και ο ΛΑΟΣ γιατί δεν είμαι σε θέση να λερώνω τους νευρώνες μου δις.  




Χρυσή Αυγή:

"Η ιστορία επαναλαμβάνεται τη πρώτη φορά ως τραγωδία και την δεύτερη ως φάρσα" (Μαρξ). Είμαστε στη φάρσα. Τα ασπόνδυλα της ΧΑ φαίνονται να είναι από όλες τις έρευνες μέσα στη Βουλή. Από την αγανάκτηση λέει του κόσμου. Ωραία την επόμενη φορά που θα αγανακτήσει ας πούμε ένας παλεοντολόγος να φροντίσει να αναβιώσει έναν τυραννόσαυρο και να τον βγάλει βόλτα στο πάρκο. Προσωπικά δεν πιστεύω ότι θα μπούνε. Πιο σωστά: Δεν θέλω να το πιστέψω. Και το λέω μια μέρα πριν με κίνδυνο να ξεφτιλιστώ. 


Αν συμβεί το μοιραίο ανοίγει όπως καταλαβαίνετε ένας νέος κύκλος βίας. Θέλω να δω όλους αυτούς τους mainstreaμάδες που καταδικάζουν τη βία απ' όπου κι αν προέρχεται να δω τι θα κάνουν αν η συμμορία νομιμοποιηθεί και τους τραμπουκίσει καμία φορά. Γιατί όσο προκλητικό είναι να λες ότι ζούμε σήμερα σε χούντα, άλλο τόσο είναι να εξισώνεις τον αντάρτη των πόλεων με το νεοναζί μαχαιροβγάλτη. 


ΥΓ1: Έρευνα για το IQ και την ψυχική ισορροπία των ασπόνδυλων: 

ΥΓ2: Να αλλάξει το "Αίμα, τιμή, Χρυσή Αυγή" σε "Αίμα, τιμή, μικρό πουλί". 

ΥΓ3: Αν εμείς αισθανόμαστε ντροπή τότε όλοι όσοι έζησαν το 1940 πως θα έπρεπε να νιώθουν. 




Τέλος επειδή τον τελευταίο καιρό έχει πέσει πάρ απολύ επιστήμη στη χώρα και όλοι κάνουν έρευνες (εκτός από τους δημοσκόπους) σχετικά με τις απόψεις, τις ιδεολογικές στάσεις των Ελλήνων και παρουσιάζουν κάτι διαγράμματα συνάφειας ψήφου με μεθοδολογία εσχάτης υποστάθμης και ερωτηματολόγια λοβοτομής ο πλανήτης δεν θα μπορούσε να λείπει από αυτή την 100% επιστημονική, σταθμισμένη και μεθοδολογικά έγκυρη πραγματικότητα. Μεταξύ λοιπόν σοβαρού και αστείου (και επειδή απαγορεύεται κιόλας σήμερα) σας δίνει τα δικά του ποσοστά (αυτά της ΧΑ δεν θέλω να τα πιστεύω). Άντε στην υγεία μας και κακό βόλι ή τουλάχιστον πάρτε μαζί σας κανένα (αερο)βόλι.  



ΝΔ 24 (22,9 – 25,2)
ΠΑΣΟΚ 13 (12,1 – 13,9)
ΣΥΡΙΖΑ 14 (13 – 15)
ΚΚΕ 10,5 (9,7 – 11,3)
ΔΗΜ.ΑΡ. 7 (6,3 – 7,7)
ΛΑΟΣ 3 (2,5 – 3,5)
ΟΙΚΟΛΟΓΟΙ 3,5 (3 – 4)
ΧΑ 4 (3,5 – 4,5)
ΑΝΕΞ. ΕΛΛΗΝΕΣ 10 (9-11)
ΔΗΜ.ΣΥΜΜ. 2,5 (2,1 – 2,9)
ΔΡΑΣΗ 1,5 (1,1 – 1,9)
ΕΠΑΜ 1 (0,6 – 1,4)
ΑΝΤΑΡΣΥΑ 1,5 (1,1 – 1,9)
ΚΟΙΝ.ΣΥΜΦΩΝΙΑ 1 (0,6 – 1,4)
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΞΑΝΑ 1 (0,6 – 1,4)
ΠΕΙΡΑΤΕΣ 0,5 (0,3 – 0,7)
ΑΛΛΟ 2 (1,5 – 2,5)




ΥΓ: Το μεγαλύτερο mustάκι αυτών των εκλογών ήταν το προεκλογικό 5λεπτο σποτ του κόμματος κοινωνία. Απολαύστε το όλο και δώστε έμφαση στα τελευταία 40''. 







Και μη ερεύνα



Συνήθως οι δημοσκόποι (επαγγελματίες ή μη) φροντίζουν να μας θυμίζουν συχνά (ιδίως όταν στριμώχνονται) αυτό το ευφάνταστο τσιτάτο "οι δημοσκοπήσεις είναι μια φωτογραφία της στιγμής". Πάρα πολύ ωραία. Αυτό όμως που ξεχνούν, εντέχνως ή ατέχνως, είναι ότι ενίοτε ο φωτογράφος φροντίζει να στήσει και να στολίσει επιμελώς το κάδρο του. 

Ευκαιρία για 2 πιο ενδιαφέροντα λόγια. Το "καδράρισμα" ανέκαθεν αποτελούσε θέμα στην θεωρία της φωτογραφίας. Το τετράγωνο, το παραλληλόγραμμο, το αφηρημένο καδράρισμα, η τυχαία ή επιλεγμένη τοποθέτηση των θεμάτων μέσα στο κάδρο. Ο καλλιτέχνης που προσπαθεί να "περιορίσει" την ασυδοσία και να δώσει φόρμα. Να υποτάξει το αυθαίρετο και να ισορροπήσει το δημιούργημά του (Beaumont Newhall, 1937). Επί της ουσίας, αυτό κάνουν και οι δημοσκόποι. Λίγο πιο άτεχνα μάλλον.

Γιατί; Μια κλασσική "Μεταπολιτευτική" κριτική θα ήταν η επίκληση στην έλλειψη ηθικής. Ομολογώ ότι όποτε συναντάω αυτή τη μεταμοντέρνα (προτεσταντική) αντίληψη της "ηθικής" περιμένω και την αναγωγή της σε ύψιστη αφετηρία κοινωνικής και πολιτικής ανάλυσης. Πρόκειται αναμφίβολα για την μετανεοτερική έννοια της "καθαρότητας", μιας λογικής που εξισώνει την ηθική αξία με την τιμωρία των φερόμενων ως βρώμικων (Zygmunt Bauman, 1997). 

Επομένως, η αναγωγή των δημοσκόπων (και άλλων) ως απλά "ανήθικων" όντων δεν μπορεί να εξηγήσει το παραπλανητικό (ενδεχομένως) στήσιμο των φωτογραφικών ερευνών τους. Όχι  ο δημοσκόπος δεν μπορεί να ταυτιστεί με μια καταπιεσμένη, εγωμανιακή, φιλόδοξη φιγούρα που απλά θέλει να νοθεύσει, είτε επί αμοιβής, είτε από την  ίδια τη διαστροφή του και να διαστρεβλώσει αυτό που θέλει να φωτογραφίσει. Εκτός εαν δεχτούμε ότι υπάρχουν οι ερευνητές που έχουν αποφασίσει (ή και συμφωνήσει) τα αποτελέσματα μιας έρευνας πριν την διεξαγωγή της. Ή έστω η διαδικασία της έρευνας στήνεται έτσι ώστε να παράγει τα αναμενόμενα αποτελέσματα. "Ρώτα την άποψη των Ελλήνων για την πατρίδα και την εθνική ιδέα δυό μέρες μετά τα Ίμια και μετά γενίκευσε ως συμπέρασμα (προτιμότερο στον Πρετεντέρη) την έντονη εθνικιστική χροιά των Ελλήνων" (Πραγματικό γεγονός).

Ο Πελάτης. Ας πούμε ότι κάνεις μια έρευνα για την Coca - Cola σε μια περιοχή που το προϊόν είναι κάτω του πανελλαδικού μέσου όρου πώλησης. Έχεις τοποθετήσει την κρίσιμη ερώτηση σε σημείο όπου έχεις ήδη αναφερθεί (πλαγίως) στις ευεργετικές ιδιότητες του προϊόντος, στην νέα χαμηλή του τιμή, στο νέο trendy κουτάκι του που αυτοανακυκλώνεται κατόπιν χρηματοδότησης του ΣΚΑΙ. Και ως απάντηση παίρνεις ότι το προϊόν θυμίζει βοθρόλυμα του Θερμαϊκού όταν ο Παπαγεωργόπουλος τον (ντεμέκ) καθάριζε βιολογικά. Και ρωτάω; Έχεις τα κότσια να το αραδιάσεις ως συμπέρασμα στον αιμοσταγή CO ο οποίος βλέπει στον ύπνο του τους κατοίκους της περιοχής να τιμωρούνται με πνιγμό από Coca. Αποκλείται! Εξωραΐζεις, ναι μεν αλλά, και εντάξει δυο-τρεις μας είπαν ότι δεν τους αρέσει, αλλά όλο το υπόλοιπο δείγμα...

Κάπως έτσι, ή μάλλον ακριβώς έτσι, έχουν τα πράγματα και με την πολιτική έρευνα. Αντί για μια etaireia πελάτης είναι μια μιντιακή etaireia ή κάποιο κόμμα ή κάποιος σταυροφόρος υποψήφιος που θέλει να δει αν θα τα καταφέρει. Οπότε η φαιδρότητα των ερευνών αυτών αποκρυσταλλώνεται από τους αγοραστές της.

Τα ΜΜΕ είναι πάντως τις περισσότερες φορές οι εντολοδόχοι των δημοσκοπικών ερευνών. Παραδοσιακά ή new διανθίζουν την προπαγάνδα τους με μια έρευνα. Θυμίζει αυτή την τρέλλα των αμερικάνων που αν δεν δουν λίγα νούμερα σε ένα κείμενο αυτομάτως γίνεται αντιεπιστημονικό λογοτέχνημα. Λες και η λογιστική παλινδρόμηση των ερευνών (άντε το path analysis) να είναι το επόμενο στάδιο του E=Mc2. 

Στην προκειμένη περίπτωση η τελευταία τους φωτογραφία έχει στηθεί ως εξής:

α) Στήνουμε τον δικομματισμό στο 30-35% γιατί υπάρχει στα αλήθεια κίνδυνος να κινηθεί σε τέτοια επίπεδα, κινητοποιώντας έτσι τους κομματικούς στρατούς και ξυπνώνοντας κάθε κοιμισμένη αίσθηση κομματόσκυλου στον ψηφοφόρο που σκέφτεται να αποδράσει από το δικομματικό μαντρί. Στόχος: Ο δικομματισμός να κινηθεί στο 50-55%.

β) Κατασκευάζουμε. (Μιας και η οικοδομή έχει πάει κατά διαόλου).

Βάλε στο νου σου έναν πολύ κλασσικό ιμπρεσσιονιστικό πίνακα. Ας πούμε τον Water lily Pond του Monnet (1904). 



Μετά έρχεται ο μεταμοντέρνος ο Banksy και σου κάνει αυτό:



Όλα καλά, όμως το θέμα είναι ότι υπάρχει ο επιτήδειος, ο τύπος που πέταξε τα καροτσάκια και τον κώνο και θέλει ντε και καλά να σε πείσει ότι αυτά ήταν πάντα εκεί. Ότι ο Monnet όταν έπαιρνε βαθιές τζούρες της φύσης του Λίγηρα έβλεπε και τα μεταβιομηχανικά σκουπίδια του σήμερα. Αφήνω τη σημειολογία της τέχνης και επιστρέφω στην "έρευνα".

Η φωτογραφική δημοσκόπηση έχει στοιχεία όχι από την κοινωνία για την κοινωνία, αλλά από τις ελίτ για την κοινωνία. ΣΥΡΙΖΑ του 18% (2008), Δημοκρατική Αριστερά (peak 17%), Ανεξάρτητοι Έλληνες (κάπου στο 9%), Χρυσή Αυγή (6%) και άλλα πολλά και όμορφα που βολεύουν και αποπροσανατολίζουν. Οι κατασκευές αυτές δεν είναι άλλο από αυτό που η ελίτ ζητάει. Σύγχυση και νοθεία. Γιατί αυτό είναι η εκλογική διαδικασία. Μια χοάνη ζύμωσης των όποιων ριζοσπαστκών κινηματικών διαδικασιών σε μια ακίνδυνη και άμορφη εκτόνωση.

Και δηλαδή δεν υπάρχει καμία ανταπόκριση έρευνας και πραγματικότητας; Δεν πρέπει να πιστεύουμε καμία έρευνα; Πολλές φορές υπάρχει. Τουλάχιστον η βασική εικόνα του καμβά είναι η αληθινή (γιατί θα μας πάρουν και με τις πέτρες) πριν την μαγική παρέμβαση του καλλιτέχνη. Όμως, η ουσία της αλλοίωσης έρχεται στην κατασκευή συνόλων και υποσυνόλων του εκλογικού ανταγωνισμού. Έτσι, ο ψηφοφόρος αναγάγεται σε στρατιωτάκι που αφού έχει επίγνωση για το δυναμικό της ενδεχόμενης αρμάδας του, αφού έχει μια φωτογραφική εικόνα του πολέμου, έχει και την ύστερη δυνατότητα αποστοίχισης και επιλογής στρατοπέδου. Οι καινούργιες δε οικοδομές, μέσα από την κενότητά τους (σα χρηματιστηριακές φούσκες) ζητούν ουσιαστικά μέσα από την προπαγάνδα της έρευνας τη συμπλήρωσή τους. Οι έρευνες αυτές είναι επί της ουσίας αγγελίες τύπου: "Ζητούνται ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής".

Η ρευστοποίηση του πολιτικού συστήματος μετά το τέλος της Μεταπολίτευσης (Μνημόνιο 2010) αφήνει αναμφίβολα χώρο για σημαντικές μετατοπίσεις και αλλαγές σε έναν κατά τα άλλα αργόσυρτο και σταθερό μέχρι σήμερα εκλογικό χάρτη. Είναι πιθανόν μέρος αυτών των κινητοποιήσεων που οι έρευνες καταγράφουν να διαπιστωθούν στις εκλογές. Το θέμα όμως είναι αν οι μετατοπίσεις αυτές είναι αυθεντικές, ή αν είναι προϊόν χειραγώγησης και προπαγανδιστικής εκμετάλλευσης ανθρώπων και ψηφοφόρων που απλά "αποστοιχίστηκαν" από πρότερες ταυτίσεις, απεμπλάκησαν βιαίως από εκλογικούς και κομματικούς δεσμούς και σε αυτή την μετέωρη και αίολη κατάστασή τους "τακτοποιήθηκαν" μέσα σε κατασκευασμένους χώρους.


Επειδή (δυστυχώς ή ευτυχώς) έχει επανέλθει στην πόλη η ερώτηση τι να ψηφίσω; ο πλανήτης μπαλαλάικα "δεσμεύεται" (προεκλογικό ρήμα) να παραθέσει έναν σύντομο χάρτη των Ελληνικών κομμάτων. Δεν θα λήψουν και αναφορές σε κινήματα τύπου "Δεν πληρώνω (έχω νταλκάδες)" και "Όλοι μαζί μπροστά για το σήμερα (και αύριο να πα να γαμηθείτε)" για να γίνει ο χάρτης λίγο πιο φαντεζί. Ο καθένας μετά κάνει ότι καταλαβαίνει. Και το πρόβλημα είναι ότι ακόμη είμαστε στο "ο καθένας". 


  

  




  

Διάθλαση


Το σπίτι είχε θόρυβο. Δεν είναι μόνο ότι είχε χτιστεί πάνω στο δρόμο, ή ότι ένας δρόμος έτυχε να περάσει από μπροστά του, αλλά πολύ περισσότερο ότι αυτός ο δρόμος αποτελούσε την διακρίβωση της μεταμοντερνας φαλλικής πομπής. Ο Κ. όμως, ιδιοκτήτης και κάτοικος του σπιτιού, αντάλλασε τον θόρυβο με τις αναμνήσεις του στο οίκημα και τα περίπου 100 πεύκα που βρίσκονταν απέναντι.

"Είμαι μέσα στο οξυγόνο" συνήθιζε να λέει, ελπίζοντας πως κάποια μέρα θα το πιστέψει, ή τέλος πάντων έμοιαζε να το πιστεύει όταν τύχαινε η πλειονότητα των διερχομένων τετράτροχων να μην είχε λαδώσει για κάρτα καυσαεριών. Είναι λίγο οξύμωρο, ακόμη και για έναν φανατικό τοπικιστική όπως ο Κ, να απομακρύνεσαι περί τα 200 χλμ από ένα αστικό κέντρο για να παντρεύεσαι εν τέλει, θόρυβο και καυσαέριο. Ο Κ όμως είχε εγκαταστήσει την δική του λογική μέσα στο ευρέως παράλογο. Είχε ουσιαστικά παντρευτεί την ματαιότητα της ανυπαρξίας του. Όλα τα άλλα, θόρυβοι, καυσαέρια, ένα ακριβό σούπερ μάρκετ, συμπλήρωναν ευλαβικά (ορισμένες φορές και διακριτικά) το μοτίβο της ανακυκλούμενης μιζέριας του.

Ο Κ βέβαια το απολάμβανε. Ή τουλάχιστον αυτό ήταν κάτι παραπάνω από προφανές για όλους όσους τον συναναστρέφονταν καθημερινά. Μέσα σε μια ακόμη παράσταση συμβιβασμού, η εικόνα των άλλων για εκείνον (και την φαμίλια του) ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος των πρέπει του. Πιο πολλά και από τα αυτοκίνητα που πέρναγαν από το σπίτι του. Έτσι ο Κ, πίσω από το ομιχλώδες καυσαέριο που επιδεικτικά αγνοούσε, έκρυβε τον δικό του Καιάδα. Η βιτρίνα είχε απ' όλα. Σύζυγο, οικογένεια, παιδιά, λεφτά, σκυλιά, κυριακάτικα κοκκινιστά, ηθική και μια συμπαγή συντηρητική παράδοση. Καλές σχέσεις με τους γείτονες, κληρονομικά με κάτι ξαδέλφια για περίπου 3 πορτοκαλοφυτεμένα στρέμματα, εκκλησία, νηστεία, σημαία στις 28/10 και 25/03, χαρταετό και λαγάνα και εμπριμέ λαμπάδα.

Η γυναίκα του, μια δυναμική και γαλήνια περσόνα, δεν μπορούσε να σταματήσει να κλαίει με λυγμούς (ιδιαίτερα μπροστά στην παρουσία συγγενών απ την μεριά του Κ) 3 μέρες μετά την εξαφάνισή του. Τα καμάρια του (τουλάχιστον το αγόρι) συντετριμμένα είχαν μόλις βιώσει την πρώτη (αναπάντεχη) εσωτερική αποκαθήλωση του ακλόνητου προτύπου τους. Ήξεραν καλά ότι ο Κ τους είχε παρατήσει. Τοπική αστυνομία, άρχοντες (εκ του Αλή Μπαμπά) και ο ενορίτης ο Μέγας είχαν ήδη κινητοποιήσει λυτούς και δεμένους για τον εντοπισμό του. Αυτό που όλοι ήθελαν να προβάλουν ως μυστήριο, σε τοπικά κανάλια και ένστολους κονδυλοφόρους ήξεραν πως ήταν η ελευθεριακή φυγή ενός φυλακισμένου.

Στα πευκάκια μπροστά απ' το σπίτι του δεν βρέθηκε κανένα ίχνος του εξαφανισθέντος. Τα δέντρα είχαν από καιρό απαρνηθεί την φιγούρα του Κ, αναγνωρίζοντάς τη ως κάτι το αλλότινο. Η θάλασσα, πάντα παρούσα και παρατηρητική αρνήθηκε με τη σειρά της να δώσει την οποιαδήποτε πληροφορία σε αυτούς που τσαλαπάτησαν το φόρεμά της με τόνους τσιμέντου. Τα ζώα απόρησαν με την επιμονή των ανθρώπων να ψάξουν κάτι που ήταν τόσο εξόφθαλμο. Να εξαγνίζουν την σωτηρία του Κ αγνοώντας επιδεικτικά την ουσία της φυγής του.

Κι όμως ο Κ βρισκόταν εκεί. Ανάμεσά τους. Σε μια στιγμή κινηματογραφικής τραγωδίας όπου η οικογένεια ήταν έτοιμη να αποδεχθεί την απώλεια της σημαίας και κολώνας της ο Κ στάθηκε στο προσκέφαλο του σπιτιού του και τους κοίταξε όλους έναν προς ένα. "Με πήραν τα καυσαέρια". Αγκαλίες, φιλιά, ανακούφιση, μακαρόνια με κιμά και τόλμη και γοητεία. Κανείς δεν κατάλαβε γιατί την επόμενη μέρα, σιωπηλός και κάπως απόμακρος βάλθηκε να ξηλώσει τα κάγκελα που είχε βάλει στα τζάμια. "Τουλάχιστον ας είναι, αλλά ας μην δείχνει κιόλας".

    

Χρεοκοπία



Είναι αναμφίβολα αρκετά εκνευριστικό να σου έχει σφηνωθεί σάπιο μαρούλι στο προγόμφιο. Σάπιο γιατί ψώνιζε πλέον ανά 15μέρες και μαρούλι γιατί φυσικά δεν ψώνιζε πια κρέας. Μετά την αλλαγή ήταν συνηθισμένος να μασουλάει κάτι βλέποντας το δελτίο των 8.


Και τι έβλεπε τώρα; Ο Λουκάς, λίγο ανεκπαίδευτος, λίγο έμμεσα μαστούρης από την δυνατή ξυλόκολλα, είχε για χρόνια περάσει στο βασίλειο της παθητικής τηλεθέασης. Ξαφνικά, κάθε 5 λεπτά είχε έκτακτα δελτία, διαγγέλματα, δημοσιογραφικές ή απλά γραφικές αναλύσεις, παράθυρα, αντεγκλήσεις, βουλή και βουλή και βουλιμία. 


Είχε πάντως καταλάβει, όπως πολύ σωστά του είχε διαμηνύσει και η σύζυγός του Μαρία που ήταν και αετόπουλο εν γένει, ότι η χώρα βρισκόταν μπροστά σε ένα δίπολο. Νέο μνημόνιο και χρεοκοπία.


Η Μαρία το είχε ξεκαθαρίσει μέσα της. Κράταγε αυτό το ειδικό εγκεφαλικό τεφτέρι. Ήταν και ιδιαίτερα αναλυτικός τύπος, τεχνική που είχε αναπτύξει τυλίγοντας γαρδουμπάκια. 1) Γιατί αυτοί που ψήφισαν το Μνημόνιο 1 τώρα λακίζουν; Ενοχές, ηθικοί φραγμοί, η ίδια η ωμή πραγματικότητα του Μνημονίου 2; 2) Ποιοι είναι αυτοί που μας λένε να αποδεχτούμε - παρά την πρωτοφανή σκληρότητα το Μνημόνιο 2; Μα φυσικά όσοι μας έχουν πείσει ή πιέσει ή εκβιάσει να αποδεχτούμε όλα όσα μας έχουν ήδη διαλύσει. 3) Αυτή θα είναι η τελευταία τους επιθυμία; Όχι, έλεγε η Μαρία. 4) Και αυτό το Μνημόνιο 2 θα βγάλει την χώρα από το υποφαινόμενο αδιέξοδο; Ή έστω θα αποτρέψει μια μελλοντική χρεοκοπία; Όχι, αναφανδόν όχι. Νέο δάνειο 130 δισ. Ωραίο ακούγεται, μόνο που τα λεφτά δεν θα έρθουν σε μας. Θα επιστραφούν όλα στους δανειστές μας με τόκο. Το' ξερε πως χαραμιζόταν στο νοικοκυριό της, αλλά γεννηθείσα στην άνω Κυψέλη, κόρη εργάτη που εξέπνευσε από Χίττη, δεν είχε καμία πιθανότητα να εξελιχθεί σε διανοούμενη του Χάρβαρντ που θα ξεπουλούσε ύστερα τη λογική της για να βγάλει το ψωμί της ανάμεσα στα payroll του ΣΚΑΪ.


Όταν ο Λουκάς σήκωσε το τηλέφωνο ήξερε πως δεν θα ναι για καλό. Ο Όλι τα είχε πάρει μέρες τώρα. Περίμενε πως η συνεργασία του με τον Έλληνα αξιωματούχο και την αρμάδα των κουστουμαρισμένων της Μεγάλης Βρετάνιας δεν θα έβρισκε ιδιαίτερα σημαντικά εμπόδιο και έτσι τα μεγάλα αφεντικά δεν θα φοβόντουσαν για τα λεφτά τους. Γενικότερα του άρεσε να τιμωρεί. Τον έκανε να αισθάνεται νέος. Ο Λουκάς αντέτεινε στις αγγλιστί προσβολές που ακούγονταν για το πρόσωπό του ότι όλα θα πάνε καλά. Έκλαψε στο διάγγελμα, απείλησε στο διυπουργικό και αγόρασε (γιατί για αυτά λεφτά υπάρχουν) και καμιά διακοσαριά κιλά δακρυγόνα (ληγμένα βέβαια). -Τη Δευτέρα θα χαρούν οι αγορές και οι τράπεζες διαμήνυσε με ακλόνητη σιγουριά.


Ο Λουκάς της Κυψέλης ή μάλλον ορθότερα της Μαρίας είχε και αυτός την ίδια σιγουριά. -Το όχι έχει βέβαια αποτελέσματα, το ναι δεν έχει βέβαια αποτελέσματα άλλα έχει μια ελπίδα- φωνασκούσε ο παχύσαρκος σε ψυχή και σώμα υπουργός οικονομικών, οπότε και ο Λουκάς πίστεψε ακριβώς το αντίθετο. Ξεσκούριασε το κουρασμένο του μυαλό και σκέφτηκε: ποιοι είναι υπέρ του ναι: 10 μεγαλοδημοσιογράφοι που έτυχε να είναι υπέρ και όσων άλλων μιας γονάτισαν, ένας μεγαλοεργολάβος που μπάζωσε στην Ολυμπιάδα, ένας παπάς με δυο-τρεις offshore, ένας ακαδημαϊκός χωρίς δημοσιεύσεις τα τελευταία δέκα χρόνια, μια συνδικάλα με Cayenne, ένας νονός που εκτός από κόκα επενδύει και σε spread και όλοι όσοι γενικότερα δεν βλέπουν την άλλη χρεοκοπία. Αυτή της κοινωνίας.


Το ΠΑΜΕ με τον ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκαν σχετικά κοντά όταν οι μπάτσοι αποφάσισαν να κάνουν επίδειξη από τη νέα πουδρόσκονη πολυτελείας. Οι εντολές ήταν συγκεκριμένες. Αν σταματήσει να βρέχει και μαζευτούν πολλοί, ξεκινάμε την λευκοκίτρινη ανάπλαση. Ο Σταύρος, της 3ης διμοιρίας, είχε βέβαια στραβώσει γιατί ήταν στο δρόμο 5η συνεχόμενη μέρα με μόλις 500 ευρώ μηνιαίως αλλά ακόμα δεν μπορούσε να σκεφτεί να παρακούσει. Έτσι, με ελάχιστες αναστολές έπνιξε τον κόσμο στα χημικά. Δεν ήξερε γιατί αλλά την έβρισκε να τη πέφτει σε γυναικόπαιδα και γέρους. Ίσως σκέφτηκε μια μέρα με καλό καιρό επειδή παλιά μου τις έβρεχε η γιαγιά μου.


Του Λευτέρη του είχε βγει το χέρι. Είχε ρίξει τουλάχιστον διακόσες πέτρες. Τα δακρυγόνα δεν τον ενοχλούσαν πια, είχε σχεδόν συνηθίσει. Η αυτοσχέδια κουκούλα του όμως δεν το κάλυπτε εντελώς και με το ένα χέρι διαρκώς την έφτιαχνε ευελπιστώντας να μην δει τη φάτσα του πρωτοσέλιδο σε αθλητική εφημερίδα ή τους μπάτσους στο σπίτι του την επομένη, όταν και θα επέστρεφε στον ονειρικό κόσμο του Skyrim. Ήξερε γιατί ήταν εκεί. Ημιάνεργος, ντελιβεράς, 30χρονών με ζωή εικοσάρι απλά και μόνο επειδή δεν ήταν ποτέ καλός στην κοπρολαγνεία είχε διαπιστώσει πως έπρεπε να είναι παρόν σε κάθε μαζική κινητοποίηση. Για να μιλήσει, να ακούσει, να μην νιώσει μόνος, να συγκρουστεί. Ήξερε πως την αποτυχία και του Μνημονίου 2 -ήταν σίγουρος και για την αποτυχία του αλλά και για την ψήφισή του - θα την χρέωναν και πάλι στον λαό. Που δεν τους κάνει τη χάρη να σκάσει και να γυρίσει στον στολισμένο του Μεσαίωνα.


Μέσα στη βοή της σύγκρουσης, στα αλλεπάλληλα και εκατέρωθεν ντου, ο Λευτέρης αναγνώρισε μια παλιά του φίλη, της προσέφερε μάλιστα και μια πετσέτα βουτηγμένη στο Maalox. Εκείνη τον αναγνώρισε άμεσα, παρά την αποτυχημένη αυτοσχέδια κουκούλα.


-Λευτέρη του φώναξε. Λευτέρη εσύ είσαι. Λευτέρη.
Και ο Λευτέρης συνειδητοποίησε τι σήμαινε το όνομά του. Εκεί στη μέση της χρεοκοπίας. Άμεσης ή έμμεσης. Με ή χωρίς το νέο Μνημόνιο.     
     

Blogger Template by